Η αυχεναλγία είναι ο πόνος στη περιοχή του αυχένα (πίσω μέρος του λαιμού) και συχνά αντανακλάται στο κεφάλι, στους ώμους και στα άνω άκρα. Είναι ένα πολύ συχνό πρόβλημα και στα δύο φύλα και συχνά εξελίσσεται σε χρόνια πάθηση, γι’ αυτό και συχνά αναφέρεται ως αυχενικό σύνδρομο. Έχει υπολογιστεί ότι περίπου το 70% των ανθρώπων θα αντιμετωπίσουν έστω μία φορά στη ζωή τους επεισόδιο αυχεναλγίας.
Ανατομία του αυχένα
Η αυχενική μοίρα της σπονδυλικής στήλης (αυχένας) αποτελείται από 7 σπονδύλους που ξεκινούν από τη βάση του κρανίου και εκτείνονται περιφερικά μέχρι την αρχή της θωρακικής μοίρας. Οι σπόνδυλοι σταθεροποιούνται με συνδέσμους και τους μύες της περιοχής, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι και για τη κινητικότητα του αυχένα. Ανάμεσα από τους αυχενικούς σπονδύλους διέρχονται τα αυχενικά νεύρα, τα οποία νευρώνουν τα άνω άκρα, το ανώτερο τμήμα του θώρακα και τους αυχενικούς μύες.
Τα αίτια της αυχεναλγίας μπορεί να είναι:
- Μηχανικά
- Τραυματισμός (πχ πτώση, τρακάρισμα, άμεση πλήξη)
- Μυϊκός σπασμός – σπαστικό ραιβόκρανο
- Οστεοαρθρίτιδα της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης
- Κήλη μεσοσποδυλίου δίσκου
- Μυοσυνδεσμική βλάβη
- Σπονδυλολίσθηση (μετατόπιση ενός σπονδύλου)
- Στένωση του σπονδυλικού σωλήνα
- Φλεγμονώδεις ρευματικές παθήσεις
- Ρευματοειδής αρθρίτιδα
- Αγκυλωτική σπονδυλαρθρίτιδα
- Ρευματική πολυμυαλγία
- Κροταφική αρτηρίτιδα
- Πολυμυοσίτιδα – Δερματομυοσίτιδα
- Μικροβιακοί παράγοντες (πχ Μηνιγγίτιδα)
- Νεοπλασία
- Διάφορες άλλες παθήσεις (πχ Νόσος του Paget)
Πότε πρέπει να επισκεφτούμε τον ιατρό
Πρέπει να απευθυνθούμε στον ιατρό όταν η αυχεναλγία είναι επίμονη και ενοχλητική, όταν έχει προηγηθεί κάκωση (πχ πτώση, τρακάρισμα), όταν συνυπάρχουν αιμμωδίες (μούδιασμα), μυϊκή αδυναμία άνω άκρων.
ΠΡΟΣΟΧΗ: Όταν παρουσιάζεται αυχεναλγία, πυρετός και δυσκαμψία του αυχένα, πρέπει επειγόντως να γίνει εκτίμηση λόγω της πιθανότητας Μηνιγγίτιδας.
Θεραπεία
Η αυχεναλγία είναι σύμπτωμα και όχι πάθηση. Η θεραπεία της αυχεναλγίας πρέπει να καθορίζεται από τον Ορθοπαιδικό με βάση την αιτία που τη προκαλεί. Εκτός από τη σωστή κλινική εξέταση μπορεί να χρειαστούν ακτινογραφίες, αξονική τομογραφία ή μαγνητική τομογραφία. Με βάση τη διάγνωση καθορίζεται η αγωγή, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει αντιφλεγμονώδη και μυοχαλαρωτικά φάρμακα, χρήση κολάρου (στις περιπτώσεις που έχει προηγηθεί κάκωση), φυσιοθεραπείες και εναλλακτικές θεραπείες όπως ο βελονισμός. Σε περιπτώσεις κήλης μεσοσπονδυλίου χρειάζεται πιο προσεκτική αγωγή και παρακολούθηση. Σε περίπτωση που η συντηρητική αντιμετώπιση δεν αποδίδει και παρουσιαστούν νευρολογικά συμπτώματα, τίθεται το ερώτημα της χειρουργικής αντιμετώπισης.